Κείμενο/φωτογραφία: Δημήτρης Βεργίνης
Είναι τόσο στενά δεμένη η μοίρα αυτού του νησιού με τις ελιές που δε νομίζω ότι μπορούμε να φτιάξουμε την εικόνα ενός -σίγουρα δυστοπικού- μέλλοντος δίχως τους. Υπήρχαν αρκετές και πριν τους Ενετούς αλλά από τα τέλη του 17ου αιώνα κι έπειτα, η Λευκάδα είναι νησί των λευκών ακτογραμμών της και των ασημοπράσινων ελαιώνων της. Οριστικά. Χωρίς κάτι απ’ τα δύο δεν είναι η Λευκάδα, είναι κάποιο άλλο νησί.
Σε κάθε τέτοια ελιά, σε κάθε τέτοιον αιωνόβιο κορμό βλέπουμε τα πρόσωπα όσων έζησαν εδώ, αγγίζουμε τον ιδρώτα των παππούδων και των γιαγιάδων μας που δούλεψαν το έδαφος για να τις καρπίσουν, ακούμε το γέλιο παιδιών που έτρεξαν γύρω τους, που τις σκαρφάλωσαν, μυρίζουμε κάθε ζώο που φώλιασε στους κορμούς της, που -και- εξαιτίας τους πλούτισε την πανίδα μας.
Διαβάζω τελευταία για την ασθένεια των δέντρων που προσβάλλει όλο και μεγαλύτερα τμήματα της Ευρώπης και κυρίως των ελαιώνων της Μεσογείου και πανικοβάλλομαι. Βλέπω την ασέβεια της γενιάς μου αλλά και της αμέσως νεότερης προς αυτούς τους θρύλους της λευκαδίτικης γης, με το δίχως όρια κόψιμο και ξερίζωμά τους χάριν της τουριστικής ανάπτυξης και εξοργίζομαι και μελαγχολώ. Ένα κοντόθωρο παρόν δεν μπορεί παρά αναπόδραστα να οδηγήσει σε ένα δύσμορφο αύριο.
Η ασπρολιά, αυτή η τόσο ιδιαίτερη και δική μας ποικιλία, οφείλει να προστατευτεί. Όχι για εμπορικούς ή για λόγους πρεστίζ. Αυτά έρχονται δεύτερα, είναι τα παρελκόμενα της βασικής μας επιδίωξης. Οφείλει να είναι εκεί όταν θα έρθουν οι επόμενες γενιές κι οι επόμενες κι οι επόμενες… Να είναι εκεί, όπως τις βρήκαμε εδώ, ως παρακαταθήκη ζείδωρης ομορφιάς.